Την άνοιξη του 2012 η Μ. έμαθε πως περίμενε μωράκι και γράφει ότι οι γιατροί στην Αθήνα της είχαν δώσει ως πιθανή ημερομηνία τοκετού το τέλος Φεβρουαρίου. Ο Λ., σύντροφος της κοπέλας, είναι υπαξιωματικός στη Λέρο και η Μ. μετακόμισε μαζί του στο νησί ενώ σχεδίαζαν τον γάμο τους.
Η Μ. διηγείται πως μια Κυριακή πρωί στα μέσα του Δεκέμβρη ξύπνησε με πολύ πόνο και αίμα. Φοβούμενη πως είχε πάθει κάτι το μωρό, πήρε τον σύντροφό της και πήγαν στο κέντρο υγείας να κάνει υπέρηχο. Εκεί λέει πως την ενημέρωσαν ότι, παρόλο που το μωρό ήταν εφταμηνίτικο, έπρεπε να της κάνουν καισαρική και να το φέρουν στον κόσμο. Σε λίγες ώρες γεννήθηκε ένα αγοράκι το οποίο, όπως υποστηρίζει η Μ., έφθανε οριακά τα 2950 γραμμάρια.
Ο Λ. ζήτησε άδεια να είναι συνέχεια στο νοσοκομείο πλάι της όμως ο ανώτερός του φέρεται πως δεν του έδωσε διότι έλειπαν αξιωματικοί, οπότε πήγαινε το μεσημέρι μετά τη δουλειά και έφευγε το άλλο πρωί. Η νέα μητέρα γράφει πως μόλις τέσσερεις ημέρες μετά την έστειλαν σπίτι παρέα με το μωράκι της και ότι μέσα στις επόμενες δύο εβδομάδες το νεογνό πήρε 300 γραμμάρια.
Όμως κάτι δεν πήγαινε καλά.
Στα μέσα Ιανουαρίου η Μ. παρατήρησε πως ο γιός της κοιμόταν συνέχεια και ξυπνούσε μόνο για να φάει κάθε επτά ώρες, πίνοντας ελάχιστη ποσότητα ξένου γάλατος, ενώ είχε πέσει και η θερμοκρασία του. Προσπαθούσε να τον ζεστάνει με επιπλέον ρούχα όμως δεν άλλαζε κάτι. Και εδώ υπάρχει ένα κρίσιμο σημείο.
Το ζευγάρι υποστηρίζει πως την Παρασκευή πήγαν στο νοσοκομείο όπου το προσωπικό πήρε τηλέφωνο τον μοναδικό παιδίατρο του θεραπευτηρίου για οδηγίες. Λένε πως ο παιδίατρος Ν. Τ. βρισκόταν εκτός νησιού, αποκλεισμένος από απαγορευτικό που θα έληγε τέσσερεις ημέρες μετά, και τους είπε πως μπορούσε να δει το βρέφος μόλις επέστρεφε. Προσθέτουν ότι το προσωπικό του νοσοκομείου τους πρότεινε να πάνε ξανά την άλλη ημέρα ώστε να δει το μωράκι ο παθολόγος, ενώ εικάζεται πως τους συμβούλεψαν να του δίνουν γάλα και χαμομήλι εναλλάξ.
Το νοσοκομείο αρνείται ότι έλαβε ποτέ χώρα αυτή η επίσκεψη και επιμένει πως ο παιδίατρος Ν.Τ. δεν έλειπε από το νησί την Παρασκευή.
Η Μ. γύρισε σπίτι και είπε πως δοκίμασε να επικοινωνήσει με τους ιδιωτικούς παιδιάτρους του νησιού. Ο ένας (Θ. Δ.) δεν ήταν πια εκεί ενώ η άλλη (Α. Κ.) δε σήκωνε το τηλέφωνο. Μη ξέροντας τι άλλο να κάνει, έψαξε στο Διαδίκτυο πιθανές ερμηνείες του προβλήματός της, όμως βρήκε μεγάλο όγκο πληροφοριών όποτε ζήτησε συμβουλές σε ένα forum για νέες μητέρες. Εκεί οι περισσότερες συνομιλήτριές της την καθησύχασαν πως όλα θα πάνε καλά, όμως τόνισαν ότι πρέπει να επιμείνει να το εξετάσει κάποιος γιατρός. Η Μ. άκουσε τις συστάσεις τους και, όπως υποστηρίζει, μόλις γύρισε ο σύντροφός της από το στρατόπεδο πήραν το αμάξι και ξαναπήγαν πίσω στο νοσοκομείο.
Πιθανολογείται ότι το μωρό πέρασε το βράδυ στο θεραπευτήριο και την επόμενη ημέρα, Σάββατο, έγιναν εξετάσεις που βρήκαν πως όντως υπήρχε σοβαρό πρόβλημα με την υγεία του. Διαγνώστηκαν συμπτώματα ασιτίας, υποθερμίας και δύσπνοιας οπότε αυτόματα κλήθηκε η αστυνομία με το φόβο ότι η μητέρα παραμελούσε το μωρό. Παράλληλα αποφασίστηκε να γίνει επειγόντως μεταφορά σε μονάδα εντατικής θεραπείας και κλήθηκε ελικόπτερο του ΕΚΑΒ το οποίο μετέφερε το αγοράκι το απόγευμα στο ΠΑΓΝΗ.
Εκεί διέγνωσαν πολυοργανική ανεπάρκεια και το βρέφος δυστυχώς έφυγε τελικά από τη ζωή 3 ημέρες μετά, τόσο πρόωρα και άδικα.
*Ο Κωνσταντίνος Γκουτζής γράφει εδώ
(το παραπάνω κείμενο δημοσιεύτηκε στο protagon.gr)
Τί, θέλετε κι άλλο;
Υπάρχει η πιθανότητα η μητέρα να είχε γράψει ψεύτικες πληροφορίες στο forum, για δικούς της λόγους, ξεκινώντας περίπου 1+ μήνα πριν συμβούν όλα αυτά. Μπορεί να μην ένιωθε άνετα να δώσει αληθινά στοιχεία στο Internet, ή μπορεί να προσπαθούσε να κρύψει λεπτομέρειες για τις οποίες δεν ένιωθε καλά (όπως λένε οι κακές γλώσσες). Στην αρχή είχε πει πως περίμενε κοριτσάκι αντί για αγοράκι, ενώ έδειχνε να γνωρίζει πως θα γεννούσε τον Δεκέμβριο. Στη συνέχεια δήλωσε ανοιχτά ότι ήταν αγοράκι, αλλά ανασκεύασε την πιθανή ημερομηνία τοκετού. Κάποιοι βρήκαν πληροφορίες από τα δημόσια Facebook accounts των παιδιών που δείχνουν ότι η Μ. μετακόμισε με τον Λ. τον Οκτώβριο, λίγο πριν γεννήσει, ενώ η μητέρα του Λ. δήλωσε στον Ελεύθερο Τύπο ότι ο γιός της ενημερώθηκε για το πρόβλημα το βράδυ της Παρασκευής, αποκλείοντας έτσι το να είχαν πάει αυτοπροσώπως στο νοσοκομείο το ίδιο πρωί.
Παράλληλα υπάρχει η πιθανότητα κάποιοι μόνιμοι κάτοικοι της Λέρου να διαδίδουν εκούσια ή ακούσια ψευδείς ειδήσεις, στην προσπάθειά τους να αποκρύψουν περιστατικά που δε συμφέρουν το νησί και τους δημόσιους λειτουργούς του. Στην κλειστή κοινότητα ενός νησιού είναι αναμενόμενο να δημιουργούνται στενοί δεσμοί μεταξύ των μελών, θεωρώντας οποιονδήποτε νεόφερτο ως «ύποπτο». Τα περισσότερα σχόλια από τους ντόπιους παρουσιάζουν τη μητέρα ως «ιδιόρρυθμη» και «εσωστρεφή», ενώ οι περισσότεροι φροντίζουν να επισημάνουν πως το ζευγάρι «δεν ήταν από τη Λέρο», θεωρώντας πως έτσι διατηρούν ανέπαφο το «prestige» του νησιού. Ο ίδιος ο δήμαρχος δήλωσε σε πολλές εφημερίδες ότι η μητέρα έδειξε «εγκληματική αμέλεια» και τονίζει πως εκείνη «δε ζήτησε βοήθεια από κανέναν».
Εκτός από όλα αυτά, υπάρχουν και οι δηλώσεις του μαιευτήρα της κοπέλας που λέει ότι μετά τη γέννα του ζήτησε να της κόψει το γάλα οπότε «υποχρεώθηκαν και της έδωσαν την φαρμακευτική αγωγή». Έτσι εξηγείται η διατροφή του παιδιού με ξένο γάλα που η Μ. έγραψε στο forum, ενώ τώρα προστίθεται και ο επιπλέον παράγοντας κάποιας φαρμακευτικής αγωγής, μαζί με τις αναφορές για πιθανή «επιλόχεια κατάθλιψη», χωρίς να είναι γνωστό αν παρακολουθούσε κάποιος γιατρός τη νέα μητέρα.
Όλα τα παραπάνω έχουν καταγραφεί διάσπαρτα στα μ.μ.ε., όμως είναι δουλειά της αστυνομίας να ξεδιαλύνει την αλήθεια, όπως και ποιο μερίδιο ευθύνης φέρει η μητέρα και ποιο οι τοπικοί και κρατικοί παράγοντες.
Δεν έχει γίνει ακόμη γνωστό ποιος λέει αλήθεια και ποιος ψέματα, ούτε ποιος προσπαθεί να καλύψει τι. Αυτό που είναι γνωστό όμως είναι ότι το Internet έχει πολλά πρόσωπα, και η άτυχη Μ. γνώρισε τουλάχιστον δύο.
Το ένα πρόσωπο ήταν βοηθείας, όπου μια ομάδα ανθρώπων, οι οποίοι δεν την γνώριζαν καν προσωπικά, έσπευσαν να της συμπαρασταθούν και να της δώσουν όσο το δυνατόν καλύτερες συμβουλές με βάση τα στοιχεία που είχαν. Το άλλο πρόσωπο ήταν εκμετάλλευσης, όπου μια ομάδα υπανθρώπων παπαγαλίσκων έσπευσαν να βγάλουν από τη μύγα ξίγκι καπηλευόμενοι την τραγική αυτή ιστορία.
Και γιατί όλα αυτά;
Ίσως πείτε πως το έκαναν για να σοκάρουν την κοινή γνώμη, προκαλώντας τον κόσμο να πατήσει με το ποντίκι στα άρθρα τους ώστε να βγάλουν λεφτά οι σελίδες τους από τις διαφημίσεις. Σκεφτείτε όμως ότι θα μπορούσαν να πετύχουν το ίδιο αποτέλεσμα σχολιάζοντας την ταχύτητα που ανταποκρίθηκε ο κρατικός μηχανισμός ή το αν υπάρχει έλλειψη ιατρικού προσωπικού στα νησιά. Θα μπορούσαν επίσης να μιλήσουν για τις ανακατατάξεις που έφεραν τα μνημόνια και το πως καταστρέφουν την κοινωνία μας χωρίς κανένα σεβασμό για την ανθρώπινη ζωή, υγεία, και ακεραιότητα.
Θα μπορούσαν.
Όμως προτίμησαν να μιλήσουν για τη μάνα, λέγοντας πως ενώ το μωρό της πέθαινε εκείνη «χάζευε» στο Internet. Πως για όλα φταίει εκείνη ενώ το κράτος δε φέρει καμία ευθύνη, αφού οι κατακριτές της δεν έκαναν έρευνα για το αν την παρακολουθούσε κάποιος γιατρός, για το πότε επικοινώνησε πρώτη φορά με το κέντρο υγείας, για το πως την αντιμετώπισαν, για το αν προσφέρθηκαν να στείλουν ασθενοφόρο, για το αν το προσωπικό της είπε να του δίνει χαμομήλι, για το πόση ώρα μετά την εισαγωγή ειδοποιήθηκε το ΕΚΑΒ, και για τόσα άλλα σημαντικά ζητήματα. Ως άλλοι δικαστές, την καταδίκασαν τυφλά σε ό,τι τους συνέφερε, χωρίς να κοιτάξουν καμία άλλη παράμετρο.
Και περιμένετε να μάθετε ειδήσεις από αυτούς; Αυτοί δε νοιάζονται για κανέναν, ούτε για εκείνη, ούτε για σένα. Λεφτά να μπαίνουν από τα clicks, αυτό θέλουν μόνο τα κατακάθια ενός σάπιου συστήματος, νομίζοντας πως είναι υπεράνω νόμου ό,τι και αν πουν, όποιον και αν κατηγορήσουν – ιδίως εκείνους που δεν είναι σε θέση να αμυνθούν.
Ευτυχώς όμως ο κόσμος δεν περιορίζεται σε μία σελίδα και μια συχνότητα. Μπορούμε να δούμε κάτι παραπέρα και να κρίνουμε ποιοι είναι σκουπίδια. Όσο και αν έχουμε εξαντληθεί ως έθνος, δεν ενδιαφερόμαστε να αγοράσουμε την απανθρωπιά που κάποιοι πουλάνε. Ενωμένοι θα διώξουμε και αυτούς, και όσους τους τρέφουν – γιατί ο μόνος λόγος που νομίζουν ότι έχουν δύναμη είναι επειδή εμείς τους τη δίνουμε, μέχρι να πούμε «Φτάνει».